Γενικά
Υπάρχουν αρκετά στάδια για τον Καρκίνο του Προστάτη και η θεραπεία που θα λάβει ο κάθε ασθενής εξαρτάται από την εμπειρία του θεράποντα Ουρολόγου και τα ειδικά χαρακτηριστικά του όγκου, καθώς και του ασθενή. Στην περίπτωση που έχει διαγνωστεί εντοπισμένος καρκίνος του προστάτη σε ασθενείς με ικανό προσδόκιμο επιβίωσης (άνω της δεκαετίας), η κυριότερη θεραπευτικής επιλογή είναι η Ριζική Προστατεκτομή. Με την επέμβαση αυτή αφαιρείται ολόκληρος ο προστάτης και οι σπερματοδόχες κύστεις. Πρόκειται για χειρουργική επέμβαση που επιτελείται κυρίως υπό γενική αναισθησία.
Χειρουργείο
Η Ριζική Προστατεκτομή μπορεί να γίνει με τρεις μεθόδους. Την κλασική που είναι η ανοιχτή επέμβαση (με τομή), τη λαπαροσκοπική και τη ρομποτικά υποβοηθούμενη.
Στην ανοιχτή επέμβαση, ο Χειρουργός κάνει μια τομή στο κατώτερο κοιλιακό τοίχωμα. Έτσι μπορεί να έχει απευθείας πρόσβαση στον προστάτη αδένα. Στην συνέχεια, τον αφαιρεί, μαζί με τις σπερμαδόχες κύστεις. Στην περίπτωση που ο καρκίνος έχει προχωρήσει στους λεμφαδένες ή υπάρχει έστω η υπόνοια ότι αυτό έχει συμβεί, ο Χειρουργός μπορεί να προχωρήσει ταυτόχρονα σε λεμφαδενεκτομή.
Ακολούθως γίνεται η αναστόμωση της ουροδόχου κύστης με την ουρήθρα. Ο Χειρουργός τοποθετεί έναν καθετήρα στην ουροδόχο κύστη, προκειμένου να βοηθήσει την επούλωση της αναστόμωσης και ο καθετήρας αυτός αφαιρείται μετά από δέκα ημέρες.
Στη ρομποτική μέθοδο, ο Χειρουργός ανοίγει μικρές τρύπες στην κοιλιά του ασθενή. Μέσω αυτών εισέρχονται μικροί πλαστικοί σωλήνες (τροκάρ). Από αυτούς εισέρχονται τα εργαλεία που προσαρτώνται στους βραχίονες του ρομπότ που χειρίζεται ο χειρουργός. Σε ένα από τα τροκάρ τοποθετείται μια κάμερα, η οποία μεταδίδει σε μεγέθυνση υψηλής ευκρίνειας εικόνα στον Χειρουργό. Στη λαπαροσκοπική μέθοδο ο χειρισμός των εργαλείων γίνεται από άλλον ιατρό αντί για το ρομπότ.
Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ουρολογικής Εταιρείας, τόσο η ανοιχτή όσο και η ρομποτική μέθοδος εμφανίζονται το ίδιο αποτελεσματικές, χωρίς να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι η ρομποτική μέθοδος συγκεντρώνει τα πλεονεκτήματα που παρέχουν οι ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, όπως η μικρότερη διάρκεια νοσηλείας, μειωμένη απώλεια αίματος και ελαττωμένος μετεγχειρητικός πόνος.